Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ξένη λογοτεχνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ξένη λογοτεχνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2025

Patrick Modiano-Η χορεύτρια

 



Η ΧΟΡΕΥΤΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΚ ΜΟΝΤΙΑΝΟ

 

 


Ο Ζαν Πατρίκ Μοντιανό (Jean Patrick Modiano, γεννήθηκε στις 30 Ιουλίου 1945), γνωστός ως Πατρίκ Μοντιανό, είναι Γάλλος μυθιστοριογράφος, που βραβεύθηκε το 2014 με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Το 1978 είχε τιμηθεί και με το Βραβείο Γκονκούρ για το μυθιστόρημά του Οδός σκοτεινών μαγαζιών. Ο Μοντιανό έχει έργα του μεταφρασμένα σε περισσότερες από 30 γλώσσες, ωστόσο τα περισσότερα μυθιστορήματά του δεν είχαν μεταφρασθεί στην αγγλική πριν πάρει το Βραβείο Νόμπελ. Είναι από τους σπουδαιότερους εν ζωή Γάλλους συγγραφείς μαζί με τον Μισέλ Ουελμπέκ, την Ανί Ερνό και τον συγγραφέα-διανοητή Πασκάλ Μπρυκνέρ. Πρόσφατα, από τις εκδόσεις «Πόλις» κυκλοφόρησε η νουβέλα του Η χορεύτρια, σε μετάφραση Αχιλλέα Κυριακίδη. Κριτική μου για το εν λόγω βιβλίο του Μοντιανό θα βρείτε στην παρακάτω διεύθυνση:

https://bookpress.gr/kritikes/xeni-pezografia/24040-i-xoreytria-tou-patrik-montiano-kritiki-morfes-pou-paramenoun-aneksitiles-me-ta-xronia


 

Δευτέρα 4 Αυγούστου 2025

Το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον (τρία διηγήματα)

 


ΤΟ ΠΕΠΡΩΜΕΝΟ ΦΥΓΕΙΝ ΑΔΥΝΑΤΟΝ

(σχόλια για ένα διήγημα του F. S. Fitzgerald

και δύο διηγήματα του Joseph Conrad)

 

 

Τα καλοκαίρια, πάντα είχα μια αναγνωστική ροπή σε ολιγοσέλιδα βιβλία (μικρές νουβέλες ή διηγήματα). Όπως ένα ελαφρύ γεύμα ωφελεί τον οργανισμό, ιδίως τις πολύ ζεστές μέρες, το ίδιο νομίζω πως συμβαίνει και με τα βιβλία. Το ζήτημα είναι αν αυτό το «ελαφρύ» γεύμα περιέχει όλες τις χρήσιμες και απαραίτητες ουσίες για τον οργανισμό, να αποδίδει, εν ολίγοις, μέσα στις λίγες σελίδες του ανάγλυφη όλη την περιπέτεια της ζωής. Κι αυτό, λοιπόν, το καλοκαίρι επιλέγω, μεταξύ άλλων, δύο βιβλία κορυφαίων ξένων λογοτεχνών, τυπωμένα από μη εμπορικούς αλλά ποιοτικούς εκδοτικούς οίκους. Τα βιβλία αυτά διαβάζονται απνευστί και κατορθώνουν με αξιοσημείωτη οικονομία λόγου να μας τα πουν όλα.

 

 

Επιστροφή στη Βαβυλώνα, του F. Scott Fitzgerald (εκδόσεις Οξύ)

 

Από τις εκδόσεις Οξύ, τον Σεπτέμβριο του 2024 και σε μετάφραση του Πάνου Τρομάρα, τυπώθηκε ίσως το σημαντικότερο διήγημα του F. S. Fitzgerald, το «Επιστροφή στη Βαβυλώνα». Μια ιστορία μόλις 62 αραιογραμμένων σελίδων, με έντονα αυτοβιογραφικά στοιχεία, που η «φράση-κλειδί» ή, αν προτιμάτε, το υπαρξιακό ρεζουμέ όλου του στόρι συμπυκνώνεται στην παρακάτω πρόταση: «Δεν γινόταν να τον κάνουν να το πληρώνει για πάντα» (σελ. 61).

Ο Αμερικανός Τσαρλς Γουέιλς (άλτερ έγκο του F. S. F.), αφού έζησε μποέμικη ζωή στο Παρίσι κατά τη δεκαετία του ’20, δέκα χρόνια μετά, κι ενώ η σύζυγός του έχει πεθάνει (εν μέρει κι από δική του υπαιτιότητα), επιστρέφει στην πόλη του φωτός για να διεκδικήσει την κηδεμονία της εννιάχρονης κόρης του, που ζει με τους θείους της. Ελέγχει, πλέον, απόλυτα την εξάρτησή του από το αλκοόλ, έχει συνέλθει από την οικονομική του κατάρρευση, είναι ένας άλλος, υπεύθυνος και σοβαρός άνθρωπος, που άφησε πίσω τις επιπολαιότητες και τους δαίμονες του παρελθόντος. Όμως πρόσωπα και καταστάσεις του παρελθόντος δεν λένε να τον αφήσουν στην ησυχία του, δυναμιτίζοντας προσωρινά το όλο του εγχείρημα.

Το διήγημα, που πρωτοδημοσιεύτηκε στο φύλλο της Saturday Evening Post, τον Φεβρουάριο του 1931, είναι μια μικρή μαθητεία πάνω στις έννοιες «ενοχή» και «συγχώρεση». Ένα ολιγοσέλιδο αφηγηματικό διαμάντι, ενδεικτικό του ύφους και της τέχνης του μεγάλου Αμερικανού συγγραφέα, που έφυγε από τη ζωή σε ηλικία μόλις 44 ετών από ανακοπή καρδιάς, έχοντας προηγουμένως αντιμετωπίσει χρόνια προβλήματα με το αλκοόλ.

 

Δείγμα γραφής (σς. 50-51)

 

Όταν έφτασε στο διαμέρισμά τους, κατάλαβε ότι η Μάριον είχε αποδεχτεί το αναπόφευκτο. Τον υποδέχτηκε λες και ήταν ένας άσωτος συγγενής, όχι ένας απειλητικός παρείσακτος. Είχαν πει στην Ονόρια ότι θα πήγαινε μαζί του. Ο Τσάρλι χάρηκε όταν είδε πως η μικρή είχε τη λεπτότητα να κρύψει την υπέρμετρη αγαλλίασή της.

 

 

«Το κτήνος» και «Il Conde», δύο διηγήματα του Joseph Conrad (εκδόσεις Ευρασία-Στιγμός)

 

Ο πρώιμος μοντερνιστής Joseph Conrad (1857-1924) έζησε 16 χρόνια στη θάλασσα προτού εγκατασταθεί οριστικά στην Αγγλία. Το ότι είναι άριστος γνώστης της θάλασσας και της ζωής των ναυτικών το αποδεικνύει περίτρανα (και) στο διήγημά του «Το κτήνος», που γράφτηκε το 1906. Στο διήγημα αυτό, που ο μεταφραστής Γιάννης Λειβαδάς το συγκαταλέγει μαζί με το «Il Conde», που ακολουθεί, μέσα στα δέκα καλύτερα του συγγραφέα, έχουμε μια ναυτική αφήγηση στο μπαρ «Τα τρία κοράκια», όπου βρίσκονται και πίνουν κάποιοι απόμαχοι ναυτικοί. Ένας απ’ αυτούς αφηγείται την ιστορία του «Κτήνους», ενός από τα πλοία της πλοιοκτήτριας εταιρείας Έιπς και Υιοί, που, πριν πέσει στα βράχια και αχρηστευτεί πλήρως, πρόλαβε να πάρει στον λαιμό του αρκετούς ναυτικούς αλλά και μία γυναίκα.

Η αφήγηση έχει έντονη δραματικότητα, φαντασία και ισχυρούς συμβολισμούς, στοιχεία που θα διακρίνουμε σε όλο το έργο του Conrad, που κυρίως είναι μυθιστορηματικό. Γενικά, τα διηγήματα που έγραψε ο Conrad, λειτούργησαν ως προπομπός αλλά και ως μαγιά για το μυθοπλαστικό του έργο. Στο εν λόγω διήγημα, το «Κτήνος», η αφηγηματική δεινότητα του συγγραφέα μεταμορφώνει ένα άψυχο πλοίο σε ένα αδηφάγο και εκδικητικό στοιχείο της φύσης, προσδίδοντάς του ανθρώπινα χαρακτηριστικά.

Το δεύτερο διήγημα του βιβλίου, το «Il Conde», γράφτηκε δύο χρόνια αργότερα, το 1908. Πρόκειται για μια άσκηση λεπτεπίλεπτου ύφους εκ μέρους του συγγραφέα, ένα αφηγηματικό κομψοτέχνημα, όπου και πάλι κυριαρχεί ένας απαισιόδοξος τόνος, η φαντασία και το έντονο δραματικό στοιχείο. Ο Conrad εδώ σκιαγραφεί περίτεχνα το πορτρέτο ενός εκλεπτυσμένου μεσήλικα, του Conde, όπως τον αποκαλεί ο περίγυρός του, τον οποίον ο αφηγητής συναντά και γνωρίζει σε ένα θέρετρο αναψυχής έξω από τη Νάπολη. Ο συγγραφέας-αφηγητής, πιάνοντας κουβέντα μαζί του, πληροφορείται πως βρίσκεται εκεί γιατί μόνο σ’ αυτό το σημείο της Γης, λόγω εξαιρετικού κλίματος, ο Conde αντιμετωπίζει την επίμονη ρευματοπάθειά του, ευελπιστώντας έτσι ν’ αυξήσει το προσδόκιμο της ζωής του. Όταν όμως ο Conde τού αφηγείται μια τραυματική εμπειρία που του συνέβη στη Νάπολη, σ’ ένα κοσμικό πάρκο δίπλα στη θάλασσα, ο αφηγητής νιώθει τον ήρωα να συγκλονίζεται και να γερνά πρόωρα. Αυτή η τραυματική εμπειρία αναγκάζει τον εκλεπτυσμένο μεσήλικα να προσγειωθεί και να αντιμετωπίσει κατάφατσα την αλήθεια της Νάπολης (κλοπές, απειλές, Μαφία), προσδίδοντας άκρως ειρωνική (στο όριο της κυριολεξίας) διάσταση στη ρήση του Γκαίτε «Vedi Napoli e poi mori» (Τη Νάπολη να δω κι ας πεθάνω), που ο συγγραφέας τη χρησιμοποιεί και ως μότο του διηγήματος.

 

Δείγμα γραφής (σ. 92)

 

Αν όντως όσα μου εξομολογήθηκε με αυτή την παντομίμα ήταν αληθινά, τότε η συμπεριφορά του ήταν απλώς εξαιρετική. Όχι δεν ήταν αυτό, δεν ένιωθε ντροπή. Είχε θιγεί όχι επειδή ήταν το επιλεγμένο θύμα μιας ληστείας, αλλά επειδή είχε γίνει αποδέκτης μιας τεράστιας απαξίωσης. Η προσωπική του γαλήνη είχε ευτελιστεί άδικα.

 

………………………..

 

  Τόσο ο F. S. Fitzgerald όσο και ο Joseph Conrad, μ’ αυτά τους τα διηγήματα αναπλάθουν περίτεχνα την εποχή, στην οποία αναφέρονται οι αφηγήσεις, και που οι ίδιοι είχαν ζήσει. Αν όμως κάτι είναι έντονα κοινό στις τρεις αυτές ιστορίες, είναι η έννοια του ανθρώπινου πεπρωμένου και του απρόοπτου της ζωής, που καταβάλλει τους ήρωές τους, θυμίζοντάς μας έντονα το αρχαίο απόφθεγμα: Το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον.

 

Παναγιώτης Γούτας


 

                     Μπορείτε να διαβάσετε την κριτική και στην 

                   παρακάτω διεύθυνση της bookpress

                    https://bookpress.gr/kritikes/xeni-pezografia/23555-epistrofi-sti-vavylona-tou-fitzeralnt-to-ktinos-il-conde-tou-konrant-to-pepromeno-fygein-adynaton

Τετάρτη 11 Ιουνίου 2025

"Πλυντήρια" και εθνικά βαφτιστήρια

 




         "ΠΛΥΝΤΗΡΙΑ" ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΑ ΒΑΦΤΙΣΤΗΡΙΑ

            ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΓΙΑΝΝΗ ΑΤΖΑΚΑ

                  ΔΙΠΛΑ ΣΤΗΝ ΚΛΕΡ ΚΙΓΚΑΝ





       


(στιγμιότυπο από την ταινία "Θολός βυθός" που βασίζεται στο ομότιτλο βιβλίο του Γιάννη Ατζακά)





[Με όχημα και γέφυρα το βιβλίο της Κλερ Κίγκαν Μικρά πράγματα σαν κι αυτά (Μεταίχμιο, 2022), σχολιάζω τέσσερα βιβλία του συγγραφέα Γιάννη Ατζακά]

 

 

Η κάπως αναπάντεχη επιτυχία που είχε, τελευταία, στη χώρα μας το βιβλίο της Κλερ Κίγκαν Μικρά πράγματα σαν κι αυτά (μτφρ. Μαρτίνα Ασκητοπούλου, Μεταίχμιο, 2022), όπου η συγγραφέας, με λιτή και αφαιρετική αφήγηση, αναφέρεται μεταξύ άλλων και στα διαβόητα «Πλυντήρια» της Αγίας Μαγδαληνής, ένα εκ των οποίων σε τμήμα κάποιου Μοναστηριού και σε απόσταση αναπνοής από το καθολικό σχολείο μιας μικρής πόλης στην Ιρλανδία (φοιτούσαν εκεί τα κορίτσια της περιοχής), συνειρμικά μάς παραπέμπει και σε κάποια παλιότερα βιβλία του Γιάννη Ατζακά.

Σε κάποια μυθιστορήματα του γνωστού συγγραφέα γίνεται αναφορά στις Παιδουπόλεις της Φρειδερίκης, όπου ο ίδιος έζησε έγκλειστος στο παρελθόν επί έξι ολόκληρα χρόνια. Δίχως να αμφισβητώ τη λογοτεχνική αξία του βιβλίου της Κίγκαν, που η ιστορία της ξετυλίγεται το 1985 στην Ιρλανδία και ως προς δομή και ύφος παραπέμπει, μεταξύ άλλων, και  στον Ντίκενς (κορίτσια «ηθικώς παραστρατημένα», που οδηγούνταν διά της βίας από το σχολείο στο Μοναστήρι, με εκβιασμούς και απειλές, και δούλευαν κάτω από απάνθρωπες συνθήκες με κίνδυνο της ζωής τους, αλλά παράλληλα και μια χριστουγεννιάτικη ιστορία όπου προσεγγίζεται στο τέλος το βαθύτερο νόημα της αγάπης), θα έλεγα πως τα βιβλία του Ατζακά αναφορικά με το ζήτημα των Παιδουπόλεων παρουσιάζουν εξίσου μεγάλο ενδιαφέρον για δύο λόγους: Αφενός γιατί αναφέρονται σε μια όχι και τόσο μακρινή ελληνική πραγματικότητα, πάνω σε ένα σχετικά συναφές θέμα (Ιδρύματα ελεγχόμενα από την εκκλησία, στην περίπτωση της Κίγκαν-Ιδρύματα ελεγχόμενα από τους μονάρχες που στήριζαν, θεωρητικά, τα ορφανά της εποχής, στην περίπτωση του Ατζακά), αφετέρου γιατί στα βιβλία του ο Θεσσαλονικιός συγγραφέας, παρά τα διάσπαρτα εδώ κι εκεί μυθοπλαστικά του ευρήματα, αναφέρεται στις Παιδουπόλεις αυτοβιογραφούμενος. Επομένως μπορούμε να κάνουμε λόγο για αφηγήσεις πρωτογενούς βιώματος, με βάση ένα επώδυνο παιδικό τραύμα, και όχι για βιβλία αποστασιοποιημένου βλέμματος σ’ ένα σκάνδαλο πρώτης γραμμής, όπως συμβαίνει  με την περίπτωση της Ιρλανδής συγγραφέως.


 ....................................................................................

 

Για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο πατήστε στον παρακάτω σύνδεσμο:

 

https://bookpress.gr/stiles/eponimos/23164-plyntiria-kai-ethnika-vaptistiria-diavazontas-ton-gianni-atzaka-dipla-stin-kler-kigkan


Τετάρτη 19 Μαρτίου 2025

Φραντς Κάφκα, ο δάσκαλος του Φίλιπ Ροθ

 



 

Σαν σήμερα, στις 19 Μαρτίου του 1933, είχε γεννηθεί ο Αμερικανός συγγραφέας Φίλιπ Ροθ, που έφυγε από τη ζωή τον Μάιο του 2018, σε ηλικία 85 χρονών. Στη μνήμη του αναδημοσιεύω μια μικρή μελέτη μου για την επίδραση του Φραντς Κάφκα στο συνολικό του έργο. Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην book press στις 7 Φεβρουαρίου 2025.

 

 

֎

 

 

 

ΦΡΑΝΤΣ ΚΑΦΚΑ,

Ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ ΤΟΥ ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ

(μικρή μελέτη)

 

 

 

Ο Φραντς Κάφκα, κατά πρώτο λόγο, και ακολούθως ο Σαίξπηρ, ο Τζόις και οι αρχαίοι Έλληνες τραγικοί, αποτελούν τους θεμελιώδεις άξονες (ή έστω τους σημαντικότερους) όχι μόνο της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας αλλά και ολόκληρου του, κατά Χάρολντ Μπλουμ, Δυτικού Κανόνα. Πάνω σ’ αυτούς βασίστηκε κι ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της σύγχρονης αμερικανικής λογοτεχνίας. Ο Φίλιπ Ροθ, παρότι κάνει πολλές αναφορές σε σαιξπηρικά έργα και ήρωες σε αρκετά μυθιστορήματά του (κυρίως στην Ταπείνωση), έχει πρωτίστως μελετήσει κι αφομοιώσει τον Κάφκα, την αγάπη για το έργο του οποίου την έχει εκφράσει ποικιλοτρόπως. Τον θεωρεί δάσκαλό του, κάτι που, κατά δήλωσή τους, συμβαίνει και με άλλους μεγάλους Αμερικανούς συγγραφείς (Όστερ, Τσίβερ, Χέμινγουεϊ κ. α). Και αν, συνοπτικά και απλοϊκά, προσδιορίσουμε το έργο του γερμανόφωνου Τσέχου συγγραφέα με το τετράπτυχο: παραδοξότητα, ειρωνεία, ενοχικότητα και τραγικότητα (δραματικότητα), ο Ροθ «πάτησε» στα παραπάνω συστατικά γραφής του Κάφκα στο ακέραιο, μετεξελίσσοντάς τα κατά το δοκούν.

 

 

Από τον Πόρτνοϊ μέχρι τον Μπάκυ Κάντορ

 

Το στοιχείο της παραδοξότητας στο έργο του Κάφκα είναι ιδιαιτέρως εμφανές στο πέμπτο κατά σειρά βιβλίο του Ροθ (πάντως όχι από τα καλύτερά του), που τιτλοφορείται Το βυζί. Εδώ, ο καθηγητής Συγκριτικής Λογοτεχνίας Νταίηβιντ Κέπες ξυπνά κάποιο πρωί με αφύσικα συμπτώματα. Διαπιστώνει, χαμηλά, στην περιοχή των γεννητικών του οργάνων, κάποια αλλαγή χρώματος και μια περίεργη αναγέννηση του δέρματός του. Είναι η απαρχή μιας ορμονικής μετάλλαξης, που, σύντομα, θα τον μεταμορφώσει σ’ ένα τεράστιο βυζί. Τελικώς, η ηρεμία και η αποκατάσταση αυτής της αφύσικης κατάστασης θα επέλθει όχι με την απεγνωσμένη ερμηνεία του παράλογου διά της λογικής, αλλά με την ανάλυση, την ερμηνεία της νέας κατάστασης και τελικώς με την αποδοχή και την ενσυναίσθηση. Ο Ροθ, εδώ, μας αποκαλύπτει την υπαρκτή συγγραφική επίδραση που δέχτηκε από έργα όπως Η μεταμόρφωση του Κάφκα αλλά και από το Η μύτη του Γκόγκολ. Εντούτοις αυτή του η επίδραση φαντάζει προσχηματική. Το βιβλίο στερείται της υπαρξιακής έντασης και του βάθους του Γκρέγκορ Σάμσα, που μεταμφιέζεται διά χειρός Κάφκα σε κατσαρίδα, ωστόσο είναι μια προσέγγιση παιγνιώδης και χιουμοριστική από μεριάς του Ροθ πάνω στο στοιχείο της παραδοξότητας. Η σκοτεινή και ανερμήνευτη παραδοξότητα του Κάφκα μεταλλάσσεται στο συγκεκριμένο βιβλίο του Ροθ σ’ ένα φωτεινό αστείο. Ένα αστείο με λυτρωτικές, ωστόσο, συνέπειες για τον ήρωά του αλλά και για τον περίγυρό του.

Άλλο σημείο επίδρασης του έργου του Κάφκα στον Ροθ είναι το στίγμα του ενοχικού. Εύστοχα ο μελετητής (και μεταφραστής) του Ροθ, Ηλίας Μαγκλίνης, επισημαίνει στο επίμετρο του Ανθρώπινου στίγματος (Πόλις, 2003, μτφρ. Τρισεύγενη Παπαϊωάννου) πως το στίγμα του ενοχικού που κουβαλούν αρκετοί ήρωες του Ροθ, ανάγεται απευθείας (και πρωτίστως) στον Κάφκα. Ως παραδείγματα, μάλιστα, ακραίων ενοχικών ηρώων του Ροθ αναφέρει τον Μίκι Σάμπαθ (Το θέατρο του Σάμπαθ, Πόλις, 2013, μτφρ. Ανδρέας Βαχλιώτης), που όταν κάνει έρωτα, δέχεται επισκέψεις απ’ το φάντασμα της νεκρής μάνας του, αλλά και τον Εβραίο Πόρτνοϊ (Το σύνδρομο Πόρτνοϊ, Πόλις, 2008, μτφρ. Αλέξανδρος Κυριακίδης), που νιώθει ενοχικά απέναντι στη μητέρα του, μετά το σεξ με χριστιανές, «σίκσα» κατά την εβραϊκή ορολογία. Ανάλογα ενοχικά συναισθήματα παιδιών προς τους γονείς τους θα συναντήσουμε και στην Μπρέντα Πάτιμκιν (Αντίο Κολόμπους) αλλά και στον Ζούκερμαν-Τάρνοπολ, που η κακή συναισθηματική κατάσταση των γονιών του για τον ολέθριο γάμο του επιστρέφει ακέραια και στον ίδιον (Η ζωή μου ως άντρα). Σκέφτομαι πως και πολλοί ακόμη τραγικοί ήρωες του Ροθ, που ήρθαν στη ζωή τους αντιμέτωποι με την «αυτοκρατορία του απρόοπτου», ανάγονται απευθείας στο τραγικό στοιχείο της γραφής (και γραμμής) Κάφκα. Ο Σιμούρ Λιβόβ (Αμερικανικό ειδύλλιο), ο Μάρκους Μέσνερ (Αγανάκτηση), ο Άιρα Ρίνγκολντ (Παντρεύτηκα έναν κομμουνιστή) και ο Μπάκυ Κάντορ (Νέμεσις) είναι δομημένοι και σφυρηλατημένοι με καφκικού τύπου σκοτεινή ύλη. Στην περίπτωση, μάλιστα, των τεσσάρων παραπάνω προσώπων δεν υπάρχει φίλτρο (και περιθώρια) διακωμώδησης, ειρωνείας ή βιτριολικού χιούμορ (περίπτωση Σάμπαθ και Πόρτνοϊ) για να μιλήσουμε για συνειδητή μετεξέλιξη από το τραγικό προς το ιλαροτραγικό ή προς το κωμικό. Ο Λιβόβ, ο Μέσνερ, ο Ρίνγκολντ και ο Κάνταρ είναι ατόφια τραγικοί, καφκικού τύπου ήρωες, που δεν σηκώνουν εκ μέρους του Ροθ διακωμώδηση ή χιούμορ, ούτε στο ελάχιστο.

Τέλος, για να αναλύσουμε περαιτέρω την καφκική επίδραση στο λογοτεχνικό έργο του Ροθ, χρειάζεται νομίζω μια αναφορά και στο πατρικό πρότυπο, που ο Ροθ ξεδιπλώνει κι αναπτύσσει σε πολλά του βιβλία. Κατά κύριο λόγο στο αυτοβιογραφικό του βιβλίο Πατρική κληρονομιά (Πόλις, 2012, μτφρ. Τάκης Κιρκής) και δευτερευόντως σε πολλά άλλα βιβλία του (Ζούκερμαν Δεσμώτης, Η συνωμοσία εναντίον της Αμερικής, Αγανάκτηση κ. ά.). Εδώ, το πατρικό πρότυπο παρουσιάζεται αρχέγονο, αυστηρό, ιδιότροπο, απόλυτο, εμμονικό, οριακά χειριστικό μέσα στην οικογένεια, κι απέναντί του έχει, σχεδόν πάντα, έναν γιο επιφυλακτικό, υπομονετικό, ανεκτικό, αναποφάσιστο, συχνά φοβικό κι ενοχικό, στοιχεία που παραπέμπουν ευθέως στην πεζογραφία του Κάφκα. Ακόμα κι αν οι πατεράδες των βιβλίων του Ροθ δεν τιμωρούν και δεν οδηγούν στη παράνοια ή στην αυτοκτονία τα παιδιά τους, όπως συμβαίνει στο έργο του Κάφκα.

 

 

Αναφορές στον Κάφκα μέσα από βιβλία του Φίλιπ Ροθ

 

Εκτενείς αναφορές στον Κάφκα εντόπισα σε 5 λογοτεχνικά βιβλία του Ροθ. Τη μερίδα του λέοντος καταλαμβάνουν οι περίπου 33 συνολικά σελίδες τού Ο καθηγητής του πόθου (Πόλις, 2006, μτφρ. Νίκος Παναγιωτόπουλος), που αφορούν αποκλειστικά τον Κάφκα. Ο καθηγητής Κέπες (που πρωταγωνιστεί και στο Βυζί), που μελετά και διδάσκει τον Κάφκα στους φοιτητές του (όρα Ροθ), επισκέπτεται την Πράγα όταν έχει καταπνιγεί η «Άνοιξη της Πράγας» κι όταν έχει, ήδη, ολοκληρωθεί η σοβιετική εισβολή. Ταξιδεύει για να αποτίσει φόρο τιμής στον αγαπημένο του Κάφκα κι όχι τόσο για να κριτικάρει ή να σχολιάσει το πολιτικό καθεστώς της, τότε, Τσεχοσλοβακίας. Γράφει ο Ροθ (σ. 209): «Από τότε που οι Ρώσοι κατέλαβαν την Τσεχοσλοβακία, ο Κάφκα είναι ένας παράνομος συγγραφέας, ο παράνομος συγγραφέας». Ο Κέπες ηρεμεί από τον ολοκληρωτικό εφιάλτη της Πράγας μόνο όταν επισκέπτεται τον τάφο του Κάφκα. Λυτρώνεται μ’ αυτήν του την επίσκεψη, όπως λυτρώνεται κάποιος από μια παλιά ερωτική σχέση. Αυτή η επίσκεψη στον τάφο του αγαπημένου του συγγραφέα, παρότι υπονοείται από τον συγγραφέα πως το όνομα του Κάφκα εμπορευματοποιήθηκε ακόμη και από τους υποστηρικτές της κομμουνιστικής ιδεολογίας, του δίνει το κίνητρο και την ώθηση να συνειδητοποιήσει, στις τελευταίες σελίδες του μυθιστορήματος, το οδυνηρό τέλος της ερωτικής του σχέσης με την Κλερ. Ο Κάφκα, δηλαδή, γίνεται καταλύτης για την αυτογνωσία του ήρωα-αφηγητή. Επιπροσθέτως, η μορφή και η ψυχή του Εβραίου Κάφκα (η καρδιά της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, θα τολμούσα να πω) συνηγόρησε τα μέγιστα στην εκ θεμελίων μεταμόρφωση του Ροθ απέναντι στους ομοθρήσκους του, σε σχέση με το Το σύνδρομο Πόρτνοϊ, όπου ο είρωνας και καυστικός Πόρτνοϊ βρίσκεται στον αντίποδα τού ευσεβή, παραδοσιακού Εβραίου Ροθ-Κέπες τού Καθηγητή του πόθου. Εν κατακλείδι, ο Κάφκα και το ταξίδι τού Ροθ-Κέπες στην Πράγα είναι το αλατοπίπερο που νοστιμίζει και αναδεικνύει σε σημαντικό το εν λόγω μυθιστόρημα.

Στις σσ. 211-212 του μυθιστορήματος Ο καθηγητής του πόθου γράφει ο Ροθ:

«Τάφοι αμέτρητοι, αλλά μονάχα εκείνος του Κάφκα μοιάζει φροντισμένος. Οι άλλοι νεκροί μοιάζει να μην έχουν επιζώντες εδώ γύρω να ξεχορταριάσουν τους τάφους τους και να κόψουν τον κισσό που αγκαλιάζει τα κλαριά των δέντρων, σχηματίζοντας μια πυκνή κρεβατίνα που συνδέει το μνήμα τού ενός αφανισμένου εβραίου με το διπλανό του. Μονάχα ο άκληρος εργένης φαίνεται να ’χει ζωντανούς απογόνους. Πού θα ’βρισκε πιο πρόσφορο έδαφος η ειρωνεία, αν όχι στον τάφο του Franze Kafky;».

Στο βιβλίο Το ζώο που ξεψυχά (Πόλις, 2002, μτφρ. Γιώργος Τσακνιάς) ο καθηγητής Κέπες προσεγγίζει ερωτικά την Κονσουέλα, την εικοσιτετράχρονη φοιτήτριά του που θα φέρει τα πάνω κάτω στην ερωτική του ζωή, αφήνοντάς την να πιάσει στα χέρια της ένα χειρόγραφο του Κάφκα. Λίγο μετά τη γνωριμία τους, η Κονσουέλα στέλνει σημείωμα στον καθηγητή και του γράφει, μεταξύ άλλων (σ.25):

«Ήταν πολύ ωραία που με καλέσατε στο πάρτι, που είδα το υπέροχο διαμέρισμά σας, την εκπληκτική βιβλιοθήκη σας, που κράτησα στα χέρια μου το χειρόγραφο του ίδιου του Φραντς Κάφκα…»

Στο βιβλίο Ο συγγραφέας φάντασμα (σσ.167-168) ο Νέιθαν Ζούκερμαν (άλλο προσωπείο του Ροθ) σκέφτεται για την Έιμυ Μπέλετ, που σχετίζεται με τον συγγραφέα Λόνοφ, στο σπίτι του οποίου ο ίδιος διαμένει:

«…Είναι σαν μια παθιασμένη μικρότερη αδελφή του Κάφκα, σαν τη χαμένη του κορούλα – υπάρχει συγγένεια ακόμη και στο πρόσωπο. Νομίζω. Τα πατάρια και οι ντουλάπες του Κάφκα, οι κρυμμένες σοφίτες όπου αποδίδονται τα κατηγορητήρια, οι συγκαλυμμένες πόρτες – καθετί που εκείνος είχε ονειρευτεί στην Πράγα ήταν για εκείνη πραγματικότητα, αληθινή ζωή στο Άμστερνταμ. Αυτά που εκείνος επινόησε, εκείνη τα υπέστη. Θυμάστε την πρώτη πρόταση από τη Δίκη; Μιλούσαμε γι’ αυτήν χθες βράδυ, ο κ. Λόνοφ κι εγώ. Θα μπορούσε να είναι το επίγραμμα του βιβλίου της. “Κάποιος πρέπει να είχε διαβάλει την Άννα Φ., διότι ένα πρωί, χωρίς να έχει κάνει τίποτα το επιλήψιμο, βρέθηκε υπό κράτηση”».

Στο Μάθημα ανατομίας (σ. 543) γράφει ο Ροθ:

«Η Νταϊάνα είναι εξυπνότερη, η Τζένη είναι καλλιτέχνις, η Γιάγκα στ’ αλήθεια υποφέρει. Και με την Γκλόρια αισθάνομαι στην κυριολεξία σαν τον Γκρέγκορ Σάμσα να περιμένει όρθιος κάτω απ’ το ντουλάπι της κουζίνας να του δώσει η αδελφή του το μπολ με την άνοστη σούπα».

Τέλος, πολλές αναφορές στο όνομα του Κάφκα και της Πράγας έχουμε και στο Το όργιο της Πράγας, κυρίως διά στόματος της Όλγκας, μιας παρακμιακής   Τσέχας καλλιτέχνιδας, από την οποία ο Νέιθαν Ζούκερμαν φιλοδοξεί να πάρει πίσω το βιβλίο του πρώην άντρα της, που ήταν γραμμένο στα γίντις, στη γλώσσα, δηλαδή, των Εβραίων της Κεντρικής Ευρώπης. Αντιγράφω ενδεικτικά από τη σ. 696. Μιλά ο Ζντένεκ Σισόφσκι:

«Η αίσθηση που είχε ο Κάφκα, αν μου επιτρέπεται, ότι δεν είχε πατρίδα ήταν ένα τίποτα μπροστά σε ό,τι ένιωθε ο πατέρας μου. Ο Κάφκα είχε τουλάχιστον τον δέκατο ένατο αιώνα μες στο αίμα του – όλοι οι Εβραίοι της Πράγας τον είχαν. Ο Κάφκα ανήκε στη λογοτεχνία, αν μη τι άλλο. Ο πατέρας μου δεν ανήκε πουθενά».

Τα τρία παραπάνω βιβλία του Ροθ (Ο συγγραφέας-φάντασμα, Μάθημα ανατομίας και Το όργιο της Πράγας) μαζί με το Ζούκερμαν λυόμενος, συναποτελούν τον Ζούκερμαν δεσμώτη (τριλογία και επίλογος) [Πόλις, 2004, μτφρ. Σπύρος Βρετός]. Το Όργιο της Πράγας, σ’ αυτό το βιβλίο, ενέχει θέση επιλόγου.

Φαίνεται πάντως πως η εμμονή του Ροθ με τον Κάφκα γιγαντώθηκε την περίοδο που χρησιμοποιούσε ο ίδιος το προσωπείο του καθηγητή Κέπες (Το βυζί, Ο καθηγητής του πόθου και Το ζώο που ξεψυχά). Ίσως γιατί αυτό του το προσωπείο ταυτίστηκε περισσότερο με την ακαδημαϊκή καριέρα του στο πανεπιστήμιο, όπου ο ίδιος δίδασκε τον Κάφκα στους φοιτητές του, αλλά και με την εποχή που έγραφε τα δοκίμιά του για τον Κάφκα.

 

 

Αναφορές στον Κάφκα μέσα από δοκίμια του Ροθ

 

Ο Ροθ σε συνέντευξή του του 1969 στον Τζωρτζ Πλίμπτον αναφορικά με το Σύνδρομο Πόρτνοϊ (Διαβάζοντας τον εαυτό μου και άλλους, δοκίμια, Πόλις, 2014, μτφρ. Κατερίνα Σχινά) μας πληροφορεί πως το χρονικό διάστημα που εκκολαπτόταν το παραπάνω βιβλίο στο μυαλό του, δίδασκε Κάφκα κάθε εβδομάδα στο πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνιας. Αναφέρει πως «μόνο όταν συνέλαβα την ενοχή ως κωμική ιδέα, άρχισα να αισθάνομαι ότι είχα απελευθερωθεί για τα καλά από το τελευταίο μου βιβλίο και από τις παλιές μέριμνες» (σ. 37)

Σε άλλη, πάλι, συνέντευξή του αναφορικά με το Βυζί, αντιπαραβάλει τον τρόπο γραφής της νουβέλας του μ’ εκείνον της Μεταμόρφωσης, λέγοντας πως ενώ ο Κάφκα μάς λέει από την πρώτη σελίδα του βιβλίου του πως «δεν είναι όνειρο», ο ίδιος προχωρεί μέσα από το Βυζί «μέσα από την προσπάθεια ν’ αντιμετωπίσει τις αντιρρήσεις και τις επιφυλάξεις που ενδέχεται να προβάλει ένας σκεπτικιστής αναγνώστης στο κλίμα του φανταστικού, το οποίο έχω δημιουργήσει» (σ. 87). Άλλωστε, κατά Ροθ: «Η διαύγεια της Μεταμόρφωσης είναι το στοιχείο εκείνο που της προσδίνει τη δύναμή της. Η στρατηγική (και η ευφυΐα) του Κάφκα είναι ότι αντιστέκεται στην ερμηνεία, ακόμη και της υψηλότερης τάξης, την ίδια ακριβώς στιγμή που την προκαλεί. Οποιοδήποτε διανοητικό εργαλείο και αν χρησιμοποιήσεις για να προσεγγίσεις την ιστορία του Κάφκα, ποτέ δεν επαρκεί για να εξηγήσει τη γοητεία της» (σ. 88). Σκέψεις και απόψεις του Ροθ, που ωστόσο δεν τον απέτρεψαν από το να γίνει διδακτικός και κάπως ηθικολόγος στις τελευταίες σελίδες του Βυζιού.

Τέλος, δύο δοκίμια του Ροθ, που περιέχονται στο ίδιο βιβλίο (Διαβάζοντας τον εαυτό μου και άλλους) περιστρέφονται, το πρώτο εμμέσως, το δεύτερο σχεδόν αποκλειστικά, γύρω από το πρόσωπο και το έργο του Κάφκα.

Το πρώτο, που τιτλοφορείται «Ο δικός μας Πύργος», υπαγορεύτηκε από την ανακοίνωση του προέδρου Φορντ (8/9/1974) ότι παρέχει ανεπιφύλακτα συγγνώμη στον προκάτοχό του (Νίξον) για οποιοδήποτε αδίκημα ενδεχομένως είχε διαπράξει όταν ήταν πρόεδρος των Η.Π.Α. Ο Ροθ θεώρησε αυτήν την απόφαση του προέδρου Φορντ εξωφρενική κι ακατανόητη. Γράφει: «Βρισκόμαστε μέσα σε κάτι που θυμίζει τον κόσμο του καφκικού Πύργου» (σ. 301). Ενώ παρακάτω αναφωνεί σαρκαστικά: «Κάφκα! Διατί να μη ζείτε σήμερον! Ο Λευκός Οίκος έχει άμεσον χρείαν νέου Γενικού Γραμματέως Τύπου και Πληροφοριών» (σ. 303). Γενικά το δοκίμιο αυτό του Ροθ παίζει με την, τότε, ιλαρή πολιτική πραγματικότητα των Η.Π.Α., παραλληλίζοντας την με τη Δίκη και τον Πύργο του Κάφκα, αναδεικνύοντας, έτσι, τον γελοίο αλλά και σκοτεινό χαρακτήρα της πολιτικής εξουσίας. Ποιος να γνωρίζει τι θα σκεφτόταν και τι θα έγραφε σήμερα ο Ροθ για τη δεύτερη θητεία του προέδρου Τραμπ και για τη φιέστα της ορκωμοσίας του, που, λόγω θανάτου, δεν είχε την «τύχη» να τα απολαύσει;

Το δεύτερο δοκίμιο έχει έκταση περίπου 30 σελίδων, τιτλοφορείται «Ήθελα πάντα να θαυμάζετε τη νηστεία μου ή Μια ματιά στον Κάφκα», γράφτηκε το 1973 για τους φοιτητές Αγγλικής Λογοτεχνίας, τάξη 275, στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνιας και μπορεί να σταθεί και ως εκτενές διήγημα, κομματιασμένο σε δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος αυτού του δοκιμίου έχουμε μια γλαφυρή, διά στόματος Ροθ, αναπαράσταση της ζωής, των ερώτων και του έργου του Κάφκα. Ξεχωρίζει η εκπληκτική περιγραφή των χαρακτηριστικών του προσώπου του Κάφκα, όπως είναι διατυπωμένη στην πρώτη παράγραφο της σ. 367. Στο δεύτερο μέρος ο Ροθ φαντάζεται τον Κάφκα, εν έτει 1942, να μην έχει πεθάνει, να είναι πενήντα εννέα ετών και να τον έχει δάσκαλο στο Νιούαρκ. Οι συμμαθητές του θα του είχαν βγάλει κάποιο αστείο παρατσούκλι, όπως για παράδειγμα δρ. Κίσκα, που, στα εβραϊκά, σημαίνει «εντόσθια». Ο πρόσφυγας καθηγητής θα συγχρωτιζόταν με τα παιδιά του σχολείου και θα γνώριζε την οικογένεια Ροθ. Μυθοπλαστικό εύρημα, συναφές με την παραδοξότητα της ζωής και με το έργο του Κάφκα, γραμμένο με την τεχνική του «what if….», που ο Ροθ χρησιμοποίησε σε κάποια του κείμενα αλλά και σε ολόκληρα βιβλία του (Η συνωμοσία εναντίον της Αμερικής).

 

 

Συμπερασματικά

 

Ο μεγάλος Αμερικανός κριτικός λογοτεχνίας Χάρολντ Μπλουμ (1930-2019), στο σύγγραμμά του Πώς και γιατί διαβάζουμε (Τυπωθήτω, 2004, μτφρ. Κατερίνα Ταβαρτζόγλου) συγκαταλέγει τον Ροθ (μαζί με τον Κόρμαν Μακάρθυ) στους σαιξπηρικούς μυθιστοριογράφους που πλάθουν χαρακτήρες που αλλάζουν (σ. 207). Ο χαρακτηρισμός «σαιξπηρικός μυθιστοριογράφος» θεωρείται τίτλος τιμής για κάθε συγγραφέα, αν συνυπολογίσουμε πως ο Μπλουμ θεωρεί τον Σαίξπηρ μεταξύ των βασικών θεμελιωτών αυτού που ο ίδιος είχε ορίσει ως Δυτικό Κανόνα – ίσως τον σημαντικότερο. Θα τολμούσα να προσθέσω για την περίπτωση του Ροθ και τον χαρακτηρισμό «καφκικός μυθιστοριογράφος», δίχως αυτό να αναιρεί ή να αποδυναμώνει την αναφορά και την εκτίμηση του Μπλουμ, ακόμα κι αν ο ίδιος ο Ροθ θεωρούσε όλα τα φραστικά δίπολα με τη λέξη «καφκικός» ως φιλολογικά κλισέ. Ίσως, πάντως, αυτό το «κλισέ», λειτουργώντας συμπληρωματικά, να προσδιορίζει ακριβέστερα και να εμπλουτίζει τα συστατικά γραφής του Αμερικανού συγγραφέα, αλλά και τις εμμονές που ο τελευταίος είχε αναφορικά με τη ζωή και τα «αλλόκοτα» γεγονότα των βιβλίων του Τσέχου συγγραφέα.

 

Παναγιώτης Γούτας

 

 

Βιβλιογραφία

 

 

Φίλιπ Ροθ, Ζούκερμαν Δεσμώτης (τριλογία και επίλογος), μυθιστόρημα, μτφρ. Σπύρος Βρετός, Πόλις, 2004

Φίλιπ Ροθ, Το βυζί, γράμματα, μτφρ. Αλεξάνδρα Κοντού, 1984

Φίλιπ Ροθ, Ο καθηγητής του πόθου, μυθιστόρημα, μτφρ. Νίκος Παναγιωτόπουλος, Πόλις, 2006

Φίλιπ Ροθ, Πατρική κληρονομιά (μια αληθινή ιστορία), μτφρ. Τάκης Κιρκής, Πόλις, 2012

Φίλιπ Ροθ, Διαβάζοντας τον εαυτό μου και άλλους, δοκίμια, μτφρ.-σημειώσεις Κατερίνα Σχινά, Πόλις, 2014

Ηλίας Μαγκλίνης, «Ο Φίλιπ Ροθ και το στίγμα του περιπλανώμενου Ιουδαίου», επίμετρο στο Το ανθρώπινο στίγμα, σσ. 457-491 του βιβλίου

Harold Bloom, Πώς και γιατί διαβάζουμε, μτφρ. Κατερίνα Ταβαρτζόγλου, Τυπωθήτω, 2004

Παναγιώτης Γούτας, Κήπος βιβλίων-Διαβάζοντας Θεσσαλονικείς και Αμερικανούς πεζογράφους, δοκίμια, Νησίδες, 2023

 

(δημοσιεύτηκε στην book press στις 7 Φεβρουαρίου 2025· μπορείτε να διαβάσετε το κείμενο και στον ηλεκτρονικό σύνδεσμο https://bookpress.gr/stiles/eponimos/22140-frants-kafka-o-daskalos-tou-filip-roth )


Τετάρτη 8 Ιανουαρίου 2025

Το βιβλίο που ξεχώρισα το 2024

 



 

 

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΠΟΥ ΞΕΧΩΡΙΣΑ

ΜΕΣΑ ΣΤΟ 2024

 

֎

 

(Όπως κάθε χρόνο, έτσι και φέτος, οι συντάκτες κι οι σταθεροί αναγνώστες της Book Press επέλεξαν το βιβλίο της χρονιάς. Εν προκειμένω, το βιβλίο που ξεχώρισαν μέσα στο 2024. Η δική μου επιλογή καταγράφεται παρακάτω. Για όποιον θέλει να διαβάσει ολόκληρη την ανάρτηση με τις επιλογές και των υπολοίπων συνεργατών, μπορεί να χρησιμοποιήσει τον παρακάτω σύνδεσμο:

https://bookpress.gr/stiles/protaseis/21863-to-agapimeno-mou-tou-2024-20-syntaktes-tis-book-press-ksexorizoun-ena-vivlio )


 

Από τα βιβλία που διάβασα το 2024 ξεχωρίζω το κύκνειο άσμα του Αμερικανού στυλίστα της πρόζας, Paul Auster, το σχετικά ευσύνοπτο μυθιστόρημά του «ΜΠΑΟΥΜΓΚΑΡΤΝΕΡ» (εκδ. Μεταίχμιο). Ο Auster (έφυγε από τη ζωή τον Απρίλιο του 2024), με εξαιρετική μαεστρία, πύκνωση λόγου, με απλά αφηγηματικά υλικά και με εγκιβωτισμό μικρότερης έκτασης κειμένων στο όλο κείμενό του, προσεγγίζει, μέσα από μικρά, καθημερινά στιγμιότυπα ζωής, έννοιες όπως η αγάπη, το πένθος, η μνήμη, η απώλεια. Ο Μπάουμγκαρτνερ αναδεικνύεται από την πένα του συγγραφέα σε πρώτης γραμμής τραγικό ήρωα, που μετά τον πρόωρο θάνατο της γυναίκας του «είναι ένα ανθρώπινο κολόβωμα τώρα, ένας μισός άνθρωπος που έχει απολέσει εκείνο το μισό του που τον έκανε ολόκληρο…» (σ. 38). Ένα μικρό, στοχαστικό διαμαντάκι.

Παναγιώτης Γούτας


Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2024

Όταν η ζωή αντιγράφει τη μυθοπλασία

 




 

 


 

 

 

 

ΌΤΑΝ Η ΖΩΗ ΑΝΤΙΓΡΑΦΕΙ

ΤΗ ΜΥΘΟΠΛΑΣΙΑ…

 

 

(κριτική για το βιβλίο του Φίλιπ Ροθ Η συνωμοσία εναντίον της Αμερικής, εκδ. Πόλις, 2007, 2023, μτφρ. Ηλίας Μαγκλίνης)

 

 

 

Προφητικό, δυστοπικό μυθιστόρημα

 

 

Ο κλασικός φιλόλογος και ελληνιστής Ντάνιελ Μέντελσον, σε ερώτηση της Λαμπρινής Κουζέλη για το πώς αισθάνεται για την εκλογική νίκη του Τραμπ (συνέντευξη του Αμερικανού κριτικού την επομένη των αμερικανικών εκλογών, δημοσιευμένη στο ΤΟ ΒΗΜΑ, στις 17 / 11 / 2024) απάντησε κατά λέξη: «Το αποτέλεσμα των εκλογών είναι αποκαρδιωτικό. Προφανώς οι Η. Π. Α. παίρνουν μια κατεύθυνση που δεν έχει προηγούμενο στην αμερικανική ιστορία, μια κατεύθυνση που έρχεται σε αντίθεση με τις αρχές του Διαφωτισμού στη βάση των οποίων ιδρύθηκε αυτή η χώρα. Υποψιαζόμασταν ότι υπήρχαν σκοτεινές δυνάμεις στην αμερικανική κοινωνία, δυνάμεις που έχουμε δει να λειτουργούν στην ευρωπαϊκή ιστορία, οι οποίες με αυτήν την εκλογή έρχονται στην επιφάνεια. […] Τα πράγματα θα είναι πολύ δύσκολα, προσπαθώ όμως να μην απελπίζομαι.»

Γι’ αυτές ακριβώς τις σκοτεινές δυνάμεις της Αμερικής, που «συνομιλούν» ιδανικά και εναρμονίζονται με τις σκοτεινές ευρωπαϊκές δυνάμεις της ανόδου του ναζισμού και του Χίτλερ στην εξουσία, πριν την κήρυξη του Δεύτερου παγκόσμιου πολέμου, μίλησε ο Φίλιπ Ροθ, ακριβώς είκοσι χρόνια πριν τον Μέντελσον, στο άκρως επίκαιρο, προφητικό και δυστοπικό του μυθιστόρημα Η συνωμοσία εναντίον της Αμερικής (Πόλις, 2007, 2023, μτφρ. Ηλίας Μαγκλίνης).

 

 

 

Ιστορικό βιβλίο ή πολιτική αλληγορία;

 

 

Πρόκειται για μια σκοτεινή πολιτική αλληγορία, που ξεκινά από το υποθετικό σενάριο πως τις εκλογές του 1940 στην Αμερική δεν θα τις κέρδιζε ο Ρούσβελτ, αλλά ο ρεπουμπλικάνος αντισημίτης και προσωπικός φίλος του Χίτλερ Τσαρλς Λίντμπεργκ. Ο Ροθ συνθέτει αυτό το μυθιστόρημά του −που ξεχωρίζει αισθητά από τα υπόλοιπα βιβλία του− βασιζόμενος στη δημιουργικού τύπου αναρώτηση «τι θα συνέβαινε αν;», κάτι που συναντάμε και σε αρκετές σελίδες κάποιων βιβλίων του (Αγανάκτηση, Αμερικανικό ειδύλλιο κ.τλ.), όχι όμως σε τέτοια έκταση και στις συγκεκριμένες διαστάσεις. Πρόκειται δηλαδή για ένα βιβλίο τύπου «What if…», μια τεχνική που έχουν ακολουθήσει πολλοί συγγραφείς, γράφοντας δυστοπικού τύπου μυθιστορήματα. Μόνο που στα περισσότερα βιβλία αυτού του είδους, που στην πλειονότητά τους είναι μελλοντολογικά, η φαντασία, η επινόηση, η αλλοίωση της πραγματικότητας και ο δυστοπικός χαρακτήρας τους διατρέχουν όλες τις σελίδες τους, από την αρχή μέχρι το τέλος. Στην περίπτωση του Ροθ, εξαιρουμένης αυτής της ιστορικού τύπου παρέκκλισης του νικητή των αμερικανικών εκλογών του ’40 και με παραποιημένα κάποια ιστορικά πρόσωπα και γεγονότα, όλα φαντάζουν ρεαλιστικά, αληθινά, σαν να συνέβησαν πράγματι όπως τα εξιστορεί ο συγγραφέας. Μέχρι και η εβραϊκή οικογένεια των Ροθ, που ζει στο Νιούαρκ και βρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα από την υλοποίηση του φανταστικού σεναρίου της υποτιθέμενης νίκης του Τσαρλς Λίντμπεργκ, παραπέμπει ευθέως στην οικογένεια του συγγραφέα, με τον μεγάλο του αδελφό, τον εμμονικό ωστόσο έντιμο και ηθικό Εβραίο πατέρα του, τη μάνα του που προσπαθεί, συμβιβάζοντας τα ασυμβίβαστα, να περισώσει ό,τι περισώζεται από την οικογενειακή αξιοπρέπεια των Ροθ, και τον ίδιο τον Ροθ ως βασικό πρωταγωνιστή. Τον επτάχρονο Φίλιπ, που παρατηρεί και καταγράφει τα πάντα με φοβισμένο βλέμμα, ζώντας την παράνοια μιας χώρας όπου κάποιες σκοτεινές και παράλογες δυνάμεις κατέστησαν τη φυλή τους ως το κέντρο του κακού, συνωμοτώντας, τάχα, εναντίον της εδαφικής και πολιτικής ακεραιότητας της Αμερικής. Τι συμβαίνει λοιπόν; Έγιναν ή δεν έγιναν έτσι τα πράγματα, τότε, στην Αμερική; Κι εντέλει πώς χωράνε τόσες ρεαλιστικές και αληθοφανείς καταστάσεις και λεπτομέρειες σε μία, κατά βάση, μυθοπλασία;

 

 

 

Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα εκείνων των ημερών

 

 

Ο Ροθ καταγράφει εύγλωττα την περιρρέουσα ατμόσφαιρα εκείνων των ημερών, την παράνοια, την έλλειψη ορθολογισμού και τον ζόφο της συνωμοσιολογίας, που επικρατούσαν αρχές της δεκαετίας του ’40 στην Αμερική, ιδίως στο μικρό κομμάτι της χώρας, το Νιούαρκ, όπου ο ίδιος έζησε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του. Ακόμα κι αν ποτέ δεν είχε ανακηρυχτεί πρόεδρος της Αμερικής κανένας Τσαρλς Λίντμπεργκ (που ωστόσο ήταν υπαρκτό πρόσωπο, και τα περισσότερα στοιχεία της ζωής του είναι πραγματικά), εντούτοις η αντισημιτική υστερία και δαιμονοποίηση των Εβραίων ήταν υπαρκτή στην αμερικανική κοινωνία, αποτυπωμένη στο βλέμμα και στην ψυχή ενός επτάχρονου παιδιού, όπως ήταν τότε ο συγγραφέας. Επομένως, το Η συνωμοσία εναντίον της Αμερικής είναι ένα βιβλίο στο όριο της μυθοπλασίας με τον ρεαλισμό, γραμμένο με τον εξαίσιο τρόπο και τη μαγική συνταγή που μόνο ένας Ροθ γνωρίζει, κρατώντας αριστοτεχνικά όρια και ισορροπίες στην αφήγησή του. Δεν είναι τυχαίο που ένα δυστοπικό βιβλίο συγκαταλέγεται από τους κριτικούς στα πολιτικά βιβλία του Ροθ, συμπληρώνοντας την πολιτική του τριλογία (Αμερικανικό ειδύλλιο, Παντρεύτηκα έναν κομμουνιστή και Το ανθρώπινο στίγμα).

 

 

 

Είκοσι χρόνια μετά

 

 

Ο Ροθ έκρινε σκόπιμο να προσθέσει μετά το τέλος του μυθιστορήματος ένα εκτενές (40 σελίδων) υστερόγραφο, που περιλαμβάνει «Σημείωμα προς τον αναγνώστη», «Πραγματικό χρονολόγιο των βασικών προσώπων», «Άλλα ιστορικά πρόσωπα που εμφανίζονται στο βιβλίο» και «Μερικά ντοκουμέντα». Χαρακτηρίζει το μυθιστόρημά του ως μυθοπλαστικό, ενώ εξηγεί πως αυτό το Υστερόγραφο-επίμετρο αφορά τους αναγνώστες που ενδιαφέρονται να μάθουν πού τελειώνει το ιστορικό γεγονός και πού αρχίζει η ιστορική φαντασία. Είναι σαφώς χρήσιμα και διαφωτιστικά όλα αυτά, ιδίως για έναν μελετητή του Ροθ ή για κάποιον ιστορικό που τον ενδιαφέρει, παράλληλα, και η λογοτεχνία, ωστόσο εμπεριέχουν τον κίνδυνο να μετατρέψουν τον αναγνώστη σε ντετέκτιβ που ερευνά ποιο γεγονός ή ποιο πρόσωπο του έργου είναι αληθινό και ποιο επινοημένο, απομακρύνοντάς τον, έτσι, από τη βαθύτερη αξία της λογοτεχνίας, που είναι η αναγνωστική απόλαυση ενός λογοτεχνικού κειμένου. Όπως και να έχει, ο Ροθ −που κατά δήλωσή του δεν είχε ψηφίσει ποτέ στη ζωή του Ρεπουμπλικάνους− πίστεψε πως, γράφοντας αυτό το βιβλίο, είχε βάλει ένα μικρό λιθαράκι στο να μην εκτροχιαστεί η Αμερική και στο να παραμείνει, για όσο το δυνατόν μεγαλύτερο διάστημα, σε δημοκρατική τροχιά. Η πρώτη εκλογή του Τραμπ το 2017 και τα έργα και ημέρες του, πιστεύω πως θα τον είχαν καταθλίψει βαθύτατα. Δυστυχώς, είκοσι χρόνια μετά τη συγγραφή του εν λόγω βιβλίου και με απόντα σωματικώς τον Αμερικανό συγγραφέα, η ιστορία επαναλαμβάνεται με τον χειρότερο τρόπο. Ο Τραμπ, για δεύτερη φορά, στη θέση του υποτιθέμενου υποψήφιου Λίντμπεργκ του παρελθόντος. Η ζωή αντιγράφει δις τη λογοτεχνία. Το μυθιστόρημα επιστρέφει, είκοσι χρόνια μετά, για δεύτερη φορά. Όχι ως φάρσα ούτε ως καλογραμμένη μυθοπλασία αυτή τη φορά, αλλά ως οδυνηρή πραγματικότητα.