ΤΟ ΠΕΠΡΩΜΕΝΟ ΦΥΓΕΙΝ ΑΔΥΝΑΤΟΝ
(σχόλια για ένα διήγημα του F. S. Fitzgerald
και δύο διηγήματα του Joseph Conrad)
Τα
καλοκαίρια, πάντα είχα μια αναγνωστική ροπή σε ολιγοσέλιδα βιβλία (μικρές
νουβέλες ή διηγήματα). Όπως ένα ελαφρύ γεύμα ωφελεί τον οργανισμό, ιδίως τις
πολύ ζεστές μέρες, το ίδιο νομίζω πως συμβαίνει και με τα βιβλία. Το ζήτημα
είναι αν αυτό το «ελαφρύ» γεύμα περιέχει όλες τις χρήσιμες και απαραίτητες
ουσίες για τον οργανισμό, να αποδίδει, εν ολίγοις, μέσα στις λίγες σελίδες του
ανάγλυφη όλη την περιπέτεια της ζωής. Κι αυτό, λοιπόν, το καλοκαίρι επιλέγω,
μεταξύ άλλων, δύο βιβλία κορυφαίων ξένων λογοτεχνών, τυπωμένα από μη εμπορικούς
αλλά ποιοτικούς εκδοτικούς οίκους. Τα βιβλία αυτά διαβάζονται απνευστί και
κατορθώνουν με αξιοσημείωτη οικονομία λόγου να μας τα πουν όλα.
Επιστροφή
στη Βαβυλώνα,
του F.
Scott
Fitzgerald
(εκδόσεις Οξύ)
Από
τις εκδόσεις Οξύ, τον Σεπτέμβριο του 2024 και σε μετάφραση του Πάνου Τρομάρα,
τυπώθηκε ίσως το σημαντικότερο διήγημα του F. S. Fitzgerald, το «Επιστροφή στη
Βαβυλώνα». Μια ιστορία μόλις 62 αραιογραμμένων σελίδων, με έντονα
αυτοβιογραφικά στοιχεία, που η «φράση-κλειδί» ή, αν προτιμάτε, το υπαρξιακό
ρεζουμέ όλου του στόρι συμπυκνώνεται στην παρακάτω πρόταση: «Δεν γινόταν να τον
κάνουν να το πληρώνει για πάντα» (σελ. 61).
Ο Αμερικανός Τσαρλς Γουέιλς (άλτερ έγκο
του F.
S.
F.),
αφού έζησε μποέμικη ζωή στο Παρίσι κατά τη δεκαετία του ’20, δέκα χρόνια μετά,
κι ενώ η σύζυγός του έχει πεθάνει (εν μέρει κι από δική του υπαιτιότητα),
επιστρέφει στην πόλη του φωτός για να διεκδικήσει την κηδεμονία της εννιάχρονης
κόρης του, που ζει με τους θείους της. Ελέγχει, πλέον, απόλυτα την εξάρτησή του
από το αλκοόλ, έχει συνέλθει από την οικονομική του κατάρρευση, είναι ένας
άλλος, υπεύθυνος και σοβαρός άνθρωπος, που άφησε πίσω τις επιπολαιότητες και
τους δαίμονες του παρελθόντος. Όμως πρόσωπα και καταστάσεις του παρελθόντος δεν
λένε να τον αφήσουν στην ησυχία του, δυναμιτίζοντας προσωρινά το όλο του
εγχείρημα.
Το διήγημα, που πρωτοδημοσιεύτηκε στο
φύλλο της Saturday
Evening
Post,
τον Φεβρουάριο του 1931, είναι μια μικρή μαθητεία πάνω στις έννοιες «ενοχή» και
«συγχώρεση». Ένα ολιγοσέλιδο αφηγηματικό διαμάντι, ενδεικτικό του ύφους και της
τέχνης του μεγάλου Αμερικανού συγγραφέα, που έφυγε από τη ζωή σε ηλικία μόλις
44 ετών από ανακοπή καρδιάς, έχοντας προηγουμένως αντιμετωπίσει χρόνια
προβλήματα με το αλκοόλ.
Δείγμα γραφής (σς. 50-51)
Όταν
έφτασε στο διαμέρισμά τους, κατάλαβε ότι η Μάριον είχε αποδεχτεί το
αναπόφευκτο. Τον υποδέχτηκε λες και ήταν ένας άσωτος συγγενής, όχι ένας
απειλητικός παρείσακτος. Είχαν πει στην Ονόρια ότι θα πήγαινε μαζί του. Ο
Τσάρλι χάρηκε όταν είδε πως η μικρή είχε τη λεπτότητα να κρύψει την υπέρμετρη
αγαλλίασή της.
«Το κτήνος» και «Il Conde», δύο διηγήματα του Joseph Conrad
(εκδόσεις Ευρασία-Στιγμός)
Ο
πρώιμος μοντερνιστής Joseph
Conrad
(1857-1924) έζησε 16 χρόνια στη θάλασσα προτού εγκατασταθεί οριστικά στην
Αγγλία. Το ότι είναι άριστος γνώστης της θάλασσας και της ζωής των ναυτικών το
αποδεικνύει περίτρανα (και) στο διήγημά του «Το κτήνος», που γράφτηκε το 1906.
Στο διήγημα αυτό, που ο μεταφραστής Γιάννης Λειβαδάς το συγκαταλέγει μαζί με το
«Il Conde», που ακολουθεί, μέσα στα δέκα
καλύτερα του συγγραφέα, έχουμε μια ναυτική αφήγηση στο μπαρ «Τα τρία κοράκια»,
όπου βρίσκονται και πίνουν κάποιοι απόμαχοι ναυτικοί. Ένας απ’ αυτούς αφηγείται
την ιστορία του «Κτήνους», ενός από τα πλοία της πλοιοκτήτριας εταιρείας Έιπς
και Υιοί, που, πριν πέσει στα βράχια και αχρηστευτεί πλήρως, πρόλαβε να πάρει
στον λαιμό του αρκετούς ναυτικούς αλλά και μία γυναίκα.
Η αφήγηση έχει έντονη δραματικότητα,
φαντασία και ισχυρούς συμβολισμούς, στοιχεία που θα διακρίνουμε σε όλο το έργο
του Conrad,
που κυρίως είναι μυθιστορηματικό. Γενικά, τα διηγήματα που έγραψε ο Conrad, λειτούργησαν ως προπομπός αλλά και
ως μαγιά για το μυθοπλαστικό του έργο. Στο εν λόγω διήγημα, το «Κτήνος», η
αφηγηματική δεινότητα του συγγραφέα μεταμορφώνει ένα άψυχο πλοίο σε ένα αδηφάγο
και εκδικητικό στοιχείο της φύσης, προσδίδοντάς του ανθρώπινα χαρακτηριστικά.
Το δεύτερο διήγημα του βιβλίου, το «Il Conde», γράφτηκε δύο χρόνια αργότερα, το
1908. Πρόκειται για μια άσκηση λεπτεπίλεπτου ύφους εκ μέρους του συγγραφέα, ένα
αφηγηματικό κομψοτέχνημα, όπου και πάλι κυριαρχεί ένας απαισιόδοξος τόνος, η
φαντασία και το έντονο δραματικό στοιχείο. Ο Conrad εδώ σκιαγραφεί περίτεχνα το πορτρέτο
ενός εκλεπτυσμένου μεσήλικα, του Conde,
όπως τον αποκαλεί ο περίγυρός του, τον οποίον ο αφηγητής συναντά και γνωρίζει
σε ένα θέρετρο αναψυχής έξω από τη Νάπολη. Ο συγγραφέας-αφηγητής, πιάνοντας
κουβέντα μαζί του, πληροφορείται πως βρίσκεται εκεί γιατί μόνο σ’ αυτό το
σημείο της Γης, λόγω εξαιρετικού κλίματος, ο Conde αντιμετωπίζει την επίμονη
ρευματοπάθειά του, ευελπιστώντας έτσι ν’ αυξήσει το προσδόκιμο της ζωής του.
Όταν όμως ο Conde
τού αφηγείται μια τραυματική εμπειρία που του συνέβη στη Νάπολη, σ’ ένα κοσμικό
πάρκο δίπλα στη θάλασσα, ο αφηγητής νιώθει τον ήρωα να συγκλονίζεται και να
γερνά πρόωρα. Αυτή η τραυματική εμπειρία αναγκάζει τον εκλεπτυσμένο μεσήλικα να
προσγειωθεί και να αντιμετωπίσει κατάφατσα την αλήθεια της Νάπολης (κλοπές,
απειλές, Μαφία), προσδίδοντας άκρως ειρωνική (στο όριο της κυριολεξίας) διάσταση
στη ρήση του Γκαίτε «Vedi
Napoli e poi mori» (Τη Νάπολη να δω κι ας πεθάνω), που
ο συγγραφέας τη χρησιμοποιεί και ως μότο του διηγήματος.
Δείγμα γραφής (σ. 92)
Αν
όντως όσα μου εξομολογήθηκε με αυτή την παντομίμα ήταν αληθινά, τότε η
συμπεριφορά του ήταν απλώς εξαιρετική. Όχι δεν ήταν αυτό, δεν ένιωθε ντροπή.
Είχε θιγεί όχι επειδή ήταν το επιλεγμένο θύμα μιας ληστείας, αλλά επειδή είχε
γίνει αποδέκτης μιας τεράστιας απαξίωσης. Η προσωπική του γαλήνη είχε
ευτελιστεί άδικα.
………………………..
Τόσο
ο F.
S.
Fitzgerald
όσο και ο Joseph
Conrad,
μ’ αυτά τους τα διηγήματα αναπλάθουν περίτεχνα την εποχή, στην οποία
αναφέρονται οι αφηγήσεις, και που οι ίδιοι είχαν ζήσει. Αν όμως κάτι είναι
έντονα κοινό στις τρεις αυτές ιστορίες, είναι η έννοια του ανθρώπινου πεπρωμένου
και του απρόοπτου της ζωής, που καταβάλλει τους ήρωές τους, θυμίζοντάς μας
έντονα το αρχαίο απόφθεγμα: Το πεπρωμένο
φυγείν αδύνατον.
Παναγιώτης Γούτας
παρακάτω διεύθυνση της bookpress