Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ταχυδρομικό κυτίο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ταχυδρομικό κυτίο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 3 Δεκεμβρίου 2025

Ταχυδρομικό κυτίο (3)-(Γ)ράμματα

 




ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΚΥΤΙΟ (3)

 

 

(στη στήλη αυτή θα αναρτάται σύντομο σχόλιο για κάποιο από τα βιβλία που, κατά καιρούς, δέχομαι με το ταχυδρομείο)

 

 

Χριστίνα Γεωργιάδου, (Γ)ράμματα, ποίηση, εκδ. Έναστρον, 2025

 

Από τον τίτλο ήδη της τρίτης κατά σειρά ποιητικής συλλογής της Χριστίνας Γεωργιάδου, ο αρχικός υπαινιγμός μάς προϊδεάζει για το τι θα επακολουθήσει στις σελίδες του βιβλίου. Ποιήματα-γράμματα, δηλαδή ποιήματα σαν επιστολές της ποιήτριας στον εαυτό της, στον πλησίον, στον κόσμο γενικότερα, σε ένα μπουκάλι με σκοπό να αποσταλεί το μήνυμα σε έναν άγνωστο, μακρινό δέκτη−παραλήπτη, μέχρι και γράμματα στην ίδια την ποίηση. Παράλληλα, όμως, και ποιήματα-ράμματα, επουλωτικά του τραύματος που όλοι μας βιώνουμε, είτε σε προσωπικό είτε σε συλλογικό επίπεδο. Γιατί η ποίηση είναι ίαμα, φάρμακο και βάλσαμο που επουλώνει πληγές και απαλύνει τις εκδορές του σώματος και της ψυχής.

Η Χριστίνα Γεωργιάδου γράφει με ευαισθησία και συναίσθηση του κενού και της ακινησίας της ζωής και της ύπαρξης, νιώθοντας ως χρέος της το να καλύψει αυτό το κενό και να μας κινητοποιήσει διά της γραφής. Παράλληλα, κάποιες φορές, επιδεικνύει μια τόλμη κι έναν αξιοπρόσεκτο δυναμισμό στους στίχους της, εξεγειρόμενη απέναντι στη γενική παρακμή, που τείνει να καλύψει τα πάντα, προτάσσοντας ως αντίδοτο την τέχνη και την ενσυναίσθηση.

Η εικόνα του εξώφυλλου από τον εικαστικό Γιάννη Πρώιο, άκρως ενδιαφέρουσα και συμβατή με το περιεχόμενο του βιβλίου

 

Δείγμα γραφής (σελ. 48 του βιβλίου)

 

    Homo sapiens (?)

 

Το κλάμα ενός βρέφους

μας θυμίζει το δάσος

−η καταγωγή μας

Μας βάζει στη θέση μας

−του κτήνους

Αγγίζει τα όριά μας

 

Το κλάμα ενός βρέφους

Το κλάμα ενός βρέφους

Το κλάμα ενός βρέφους

είναι ό,τι αγριότερο

 

Είναι εμείς

−ζώο που πάλλεται απεγνωσμένα

για ένα χάδι.

 

 

Παναγιώτης Γούτας

 

 

 

 

 


Σάββατο 15 Νοεμβρίου 2025

Ταχυδρομικό κυτίο (2)-Με το βλέμμα σ' έναν στίχο

 



 

ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΚΥΤΙΟ (2)

 

(στη στήλη αυτή θα αναρτάται σύντομο σχόλιο για κάποιο από τα βιβλία που, κατά καιρούς, δέχομαι με το ταχυδρομείο)

 

Αυτόν τον μήνα, μεταξύ άλλων, ο ταχυδρόμος μού έφερε και τον τόμο «Με το βλέμμα σ’ έναν στίχο», 50+2 βραβευμένα διηγήματα, ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΙΑΝΟΥ, 2025. Κριτική επιτροπή, αποτελούμενη από τους κριτικούς λογοτεχνίας και συγγραφείς Ευτυχία Γιαννάκη, Τέσυ Μπάιλα και Κωνσταντίνο Μπούρα, επέλεξαν 52 διηγήματα από ένα σύνολο 1003 διηγημάτων που έλαβαν. Ο διαγωνισμός αυτός γίνεται για όγδοη συνεχή χρονιά και, κατά την κριτική επιτροπή, φέτος "τα κείμενα ανέδειξαν τη ζωντάνια, τη φαντασία και το βαθύ συναίσθημα που μπορεί να γεννηθεί όταν η πεζογραφία συναντά την ποίηση". Αντί γενικού σχολίου, αναδημοσιεύω ένα από αυτά τα διηγήματα του ενδιαφέροντος αυτού τόμου.

 


 

Αναπαράσταση ΙΙΙ

Της ΓΟΥΤΑ ΧΡΥΣΟΥΛΑΣ

 

 

Μα εγώ θα κάνω την αναπαράστασή του·

ο πιο μικρός του φίλος, μια σκιά

 

από το ποίημα του Γιώργου Ιωάννου «Αναπαράσταση»,

Συλλογή Τα Χίλια Δέντρα, 1963

 

με αναφορά στον Γιάννη Χρήστου

 

Ο Γρηγόρης Σεμιτέκολο περίμενε ακίνητος πίσω από την κουρτίνα. Έπειτα έκανε δύο τρία μικρά βήματα προτού ξεκινήσει να περπατά σαν υπνωτισμένος, κατευθυνόμενος προς το πιάνο στην άλλη άκρη της σκηνής. Βημάτισε για λίγο αργά, επιβράδυνε απότομα και συνέχισε να περπατά με ταχύτερο ρυθμό αυτήν τη φορά. Σε απόσταση ενός μέτρου από το πιάνο σταμάτησε απροσδόκητα. Παρέμεινε εκεί ακίνητος και ωχρός για μερικές στιγμές, που διήρκησαν παραπάνω απ’ όσο μπορούσε και λιγότερο απ’ όσο θα ήθελε, και, έπειτα από περισυλλογή, αποφάσισε πως θα το προσέγγιζε επιφυλακτικά.

Την επόμενη στιγμή, χωρίς να το καταλάβει, βρισκόταν μόλις μια ανάσα μακριά του. Έτσι ορθός ακόμα, άπλωσε το τρεμάμενο χέρι, τεντώθηκε στοιχειωδώς και, με τα ακροδάχτυλα δειλά και το κορμί λοξό, άγγιξε το άσπρο διερευνητικά. Ο πιανίστας Γρηγόρης Σεμιτέκολο δεν είχε άλλη επιλογή από το να καθίσει. Με τα χέρια να κρέμονται άχαρα πλάι στα πλευρά του και τον νου του σε επιφυλακή, κοίταξε ευθεία μπροστά του αμήχανα. Όποιος είχε κλειστά τα μάτια θα έλεγε πως δεν ακουγόταν κανένας ήχος ως τότε, αλλά ο Γρηγόρης Σεμιτέκολο γράπωσε εκείνη τη στιγμή το καπάκι του πιάνου και ξεκίνησε να πνίγει έναν βουβό θρήνο μέσα σε βραχύφωνες συλλαβές, κουνώντας το κεφάλι του ανεπαίσθητα μπρος και πίσω και φτιάχνοντας ολοένα και μεγαλύτερες κυφώσεις.

Σήκωσε το δεξί του χέρι, σκληρό σαν σε τετανία, και το προσγείωσε ευγενικά, όσο αυτό ήταν εφικτό, πάνω στο τελευταίο δεξί πλήκτρο, ενώ ο καημός του μεγάλωνε. Το έκρουσε με ορμή, δεν γινόταν αλλιώς. Το πελέκισε με την κόψη της παλάμης δυνατά και, στιγμιαία, ένιωσε μια απέραντη ανακούφιση. Σχημάτισε ένα τόξο και κατευθύνθηκε αντιδιαμετρικά προς τα μπάσα. Και πάλι πέτυχε την κρούση, με τις δύο παλάμες αυτή τη φορά, βίαια, καλωσορίζοντας στην ψυχή του μια νέα αναζωογόνηση. Ίσιωσε την πλάτη του και ξεκούρασε τα χέρια μπροστά, πάνω στα πλήκτρα, έπειτα από μία εκπλήρωση, με μία ψευδαίσθηση υποταγής.

Τα δέκα βογκητά του Γρηγόρη Σεμιτέκολο δεν μπορούσαν να σιγήσουν πλέον. Όταν ένιωσε έτοιμος, προετοίμασε το στόμα και το κορμί του για τη διαπεραστική κραυγή του αβάστακτου πόνου, που διακόπηκε θαρρείς στη μέση αφήνοντάς τον παγωμένο. Το χέρι σαν τσεκούρι άρχισε να πέφτει άδικο και αδιάκριτο πάνω στα πλήκτρα. Το πιάνο αντέδρασε γκρεμίζοντας το καπάκι, και ο Γρηγόρης Σεμιτέκολο έπεσε στα γόνατα μπροστά του μετανοώντας, εκλιπαρώντας, άλλες φορές εξαπολύοντας απειλές και ύβρεις. Όταν σηκώθηκε ηττημένος, έγνεψε έντρομος προς κάθε κατεύθυνση με προτροπή για διαφυγή. Χρόνια μετά, ο Γρηγόρης Σεμιτέκολο ακόμα γνέφει χωρίς να προκαλεί την παραμικρή ρωγμή στο κέλυφος.

 

(σς. 32-34 του τόμου)

 

 


Πέμπτη 9 Οκτωβρίου 2025

Ταχυδρομικό κυτίο (1)

 



ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΚΥΤΙΟ (1)

 

(στη στήλη αυτή θα αναρτάται σύντομο σχόλιο για κάποιο από τα βιβλία που, κατά καιρούς, δέχομαι με το ταχυδρομείο)

 

Γιώργος Μουφτόγλου, Την ημέρα που ερχόμουν, Βακχικόν, 2025

 

Αν έδειχνε τα πρώτα του ποιήματα σε κριτικούς ή ειδήμονες του περασμένου αιώνα, ίσως εκείνοι να τον προσγείωναν με την πολυφορεμένη κρίσηατάκα: «Τα θέματα που διαπραγματεύεσαι υπερβαίνουν την ηλικία σου». Κι όμως, αυτός ο 25χρονος, ο Γιώργος Μουφτόγλου, που τολμά να εκτεθεί μ’ αυτά τα πρώτα 33 ποιήματά του, δείχνει να έχει τα εχέγγυα για να εξελιχθεί σημαντικά στο μέλλον ως ποιητής. Γειώνει εντός του τα βιώματα και τις σκέψεις−ανησυχίες του, χρησιμοποιεί ικανοποιητικά τον ανοίκειο λόγο και την ποιητική μεταφορά, αφαιρεί από την ποιητική ύλη τα περιττά κρατώντας μόνο τα απαραίτητα. Ενώ επιχειρεί να εκφράσει το νέο και το καινούριο, παράλληλα εντρυφά στην παράδοση, που δείχνει να τον συγκινεί. Το βορειοελλαδίτικο τοπίο εμφατικά παρόν σε αρκετούς στίχους των ποιημάτων του: Ο αέρας του Βαρδάρη που του φέρνει νέα, η δυτική Μακεδονία, οι εκβολές του Αλιάκμονα με τα σαν «πορφυρό καθρέφτη» νερά του, επανέρχονται από ποίημα σε ποίημα. Στο παρθενικό ποιητικό του βιβλίο η αιώνια αναρώτηση γίνεται, πλέον, κατάφαση και επιβεβαίωση: Ναι, η ποίηση ταιριάζει καλύτερα στην ηλικία της νεότητας!

 

Δείγμα γραφής (σελ. 14)

 

Ας ανεγερθεί το σπίτι  πρώτα.

Μ’ ασβεστωμένους τοίχους κατάλευκους

σαν το φόρεμα της Έμιλι Ντίκινσον.

Με κάγκελα ψηλά, μαύρο μαντέμι λαμπερό

σαν της προγιαγιάς μου το τσεμπέρι

εκεί, στις εκβολές του Αλιάκμονα.

Μ’ έναν κισσό αναρριχώμενο

σαν θλίψη αναρριχώμενη σε γέλιο βαθύ.

Παράθυρα να μην υπάρχουν.

Ίσως κάπου, κάτω χαμηλά, σε μια γωνιά

ξεχασμένη, μια μικρή πορτούλα σκύλου

ίσα που να χωρά κεφάλι ανθρώπου

ν’ αντικρίζει μια στιγμή το φως

και να μαζεύεται πάλι μέσα.

 

Ας ανεγερθεί το σπίτι πρώτα.

Θα βρεθεί ύστερα κι ο Ποιητής

να τ’ αγοράσει.

 

Π. Γ.