Η
στήλη «Voyage,
voyage»
είναι ένα είδος ταξιδιωτικών εντυπώσεων, με ποιητικό βλέμμα, από τόπους του
εξωτερικού ή της Ελλάδας, που επισκέφτηκα στο παρελθόν και που με ενέπνευσαν.
֎
ΒΑΛΕΤΑ
ΚΑΡΑΒΑΤΖΙΟ
Όταν μού το
πρότειναν οι ιππότες της Μάλτας, ούτε στιγμή δεν πέρασε από τον νου μου ν’
αρνηθώ. Να ζωγραφίσω, μού είπαν, στο Ιερό της εκκλησίας τον αποκεφαλισμό του
Αγίου Ιωάννη, του Βαπτιστή. Έβαλα τα δυνατά μου, ξεδίπλωσα όλη την τέχνη μου,
τα έδωσα όλα. Όχι από υπέρμετρη θρησκευτικότητα, από ευλάβεια ή από υποταγή
στον Πάπα. Όχι, όχι γι’ αυτά! Έβαλα τα δυνατά μου όχι για τα χρήματα, ούτε για
να ενισχύσω την πίστη κανενός προσκυνητή του ιερού χώρου. Ό, τι έκανα, το έκανα
για να εξαγνιστώ εγώ ο ίδιος, για να διώξω μακριά τις τύψεις που λυσσαλέα με
καταδιώκουν. Δεν μπορούσα να το καταστήσω πιο ευκρινές, πιο αποκαλυπτικό.
Εκείνο το f μπροστά
στην υπογραφή μου, κάτω από την κηλίδα αίματος, υποδήλωνε την αδελφότητα που
ανήκα. Όχι, δεν θα ζωγράφιζα τον αποκεφαλισμό του Βαπτιστή για χατίρι κανενός
τάγματος ιπποτών – ποτέ κάτι τόσο ρηχά θρησκευτικό δεν πέρασε από τη σκέψη μου.
Το έγκλημα τού 1606 θέλησα ν’ αναπαραστήσω, τον φόνο του Ρανούτσιο, που εγώ
προκάλεσα για ένα στοίχημα σ’ έναν αγώνα τένις.
•
Σ΄ ένα
στενάκι στους δρόμους της Βαλέτας, σώζεται μέχρι και σήμερα ένα από τα
αρχαιότερα πορνεία της Μάλτας. Η επιγραφή στην πόρτα αναφέρει το εξής: «Το
παλειό Ελληνικό Μπουρδέλλο.» Και από κάτω, μεταφρασμένο στα αγγλικά: «The old Greek Bordello». Η πόρτα
είναι σχεδόν ετοιμόρροπη, ένα κουδούνι φανερώνει το πώς καλούσαν οι πελάτες την
ιερόδουλο ν’ ανοίξει, ενώ διάφοροι τουρίστες έχουν χαράξει πάνω στην πόρτα
σχόλια, στιχάκια ή πικάντικες φράσεις.
Είναι, ίσως, το συγκινητικότερο σημείο της
παλιάς πόλης, σκέφτηκα. Μπορεί ζωγράφοι, αρχιτέκτονες, ιπποτικά τάγματα και
παπική εκκλησία να φρόντισαν πλουσιοπάροχα για την καλλιτεχνική, πνευματική και
ψυχική ανύψωση των περιοίκων, όμως τη σωματική τους ανάταση την είχε αναλάβει
–σχεδόν εξ ολοκλήρου, για κάποιο χρονικό διάστημα, όπως αναφέρεται στην
Ιστορία– μια απλή, ξεριζωμένη από το νησί της, Ροδίτισσα.
•
Ο κορμός
του υπέργηρου φίκου του Βασιλικού κήπου –σπόρος ριγμένος από βρετανικό χέρι,
από την εποχή της αποικιοκρατίας– κατευθύνεται ψηλά, ύστερα παίρνει απότομα
κλίση προς τη γη, διεισδύει στο χώμα ως ρίζα και ξαναφύεται στην επιφάνεια με
κατεύθυνση, ξανά, στον ουρανό. Ένα θέαμα αρκετά εντυπωσιακό και πρωτότυπο, που
καθηλώνει το βλέμμα.
Η πτώση και η ψυχική ανάταση του ανθρώπου,
σκέφτομαι, αναπαριστάμενες σ’ έναν πρώην αποικιοκρατικό κήπο, από τον κορμό και
τα κλαδιά ενός ταπεινού φίκου. Ίσως, όμως, κι ένα ανεπανάληπτο σύμπλεγμα
υποταγής κι ελευθερίας.
•
Η γάτα του
Βασιλικού κήπου –μία από τις ελάχιστες που συνολικά υπάρχουν στο νησί– μόνο από
τα χέρια της Μαλτέζας ξεναγού δέχεται χάδια. Σε όλους εμάς που την πλησιάζουμε
για να τη χαϊδέψουμε, μάς δείχνει τα νύχια της.
•
Πάνω στο
πάτωμα του Καθεδρικού ναού του Αγίου Ιωάννη, στη Βαλέτα, το καλυμμένο με
εντυπωσιακές μαρμάρινες ταφόπλακες (πάνω από τετρακόσιοι ιππότες είναι θαμμένοι
από κάτω), βαδίζει ανάλαφρα, σχεδόν αέρινα, ευειδής νεαρή τουρίστρια.
Ανυποψίαστη για τις ιστορικές λεπτομέρειες του χώρου, έχει στραμμένο το βλέμμα
ψηλά και ασταμάτητα φωτογραφίζει με το κινητό της την οροφή της εκκλησίας. Για
το δάπεδο δεν δίνει δεκάρα. Το λεπτό φουστάνι της λικνίζεται στο πέρασμά της,
τραβώντας ουκ ολίγα βλέμματα τουριστών.
Κάτω από τα πόδια της οι θαμμένοι ιππότες
αρχίζουν να σαλεύουν. Ξυπνούν από ύπνο αιώνων, φορούν ξανά τις σκουριασμένες
πανοπλίες τους και κονταροχτυπιούνται μεταξύ τους για το ποιος θα την
πολιορκήσει.
•
Ο νεαρός
Ινδός εργαζόμενος του ξενοδοχείου στη Sliema, την ώρα
του πρωινού, ήταν υπέρμετρα ευγενικός. Αποκαλώντας με «sir», μου ετοίμασε στη στιγμή την κρέπα που του ζήτησα. Όταν την έβαλα
με τη λαβίδα στο πιάτο μου, θαρρώ πως μου έκανε και μια μικρή υπόκλιση. Προτού,
όμως, προλάβω ν’ απομακρυνθώ, άκουσα τον κρότο της λαβίδας και παραξενεύτηκα.
Είχε πάρει τη λαβίδα και την τοποθέτησε στο σωστό σημείο: επάνω σ’ ένα άδειο
πιάτο. Ένιωσα μέσα μου την ένταση και τον θυμό του γι’ αυτήν την μικρή
ατασθαλία που είχα προκαλέσει με το να εναποθέσω το σκεύος όχι στο ενδεδειγμένο
σημείο. Γύρισα και τον κοίταξα έκπληκτος. Πάντα χαμογελαστός, είχε στραφεί τώρα
στον επόμενο πελάτη του, που του είχε ζητήσει διπλή κρέπα με σοκολάτα,
αποκαλώντας τον κι εκείνον «sir».
•
―Τα καρπούζια εδώ είναι ακριβά.
Δεκατέσσερα, περίπου, ευρώ χρεώνουν το ένα, όσο και μία καλή μπλούζα σε καιρό
εκπτώσεων! Πληρώνετε και το νερό που χρειάζεται για να ποτιστεί, που είναι
δυσεύρετο!, μας αποκάλυψε ο αρχηγός της εκδρομής, δείχνοντάς μας τον μικροπωλητή,
στην άκρη του δρόμου, καθ’ οδόν προς το ξενοδοχείο.
Η μοναχική, καλοδιατηρημένη κυρία του γκρουπ,
«πο, πο, τρομερό!» αναφώνησε και, μη ανεχόμενη τη ζέστη και την υγρασία της
ημέρας, βγάζει από το σακίδιό της μια βεντάλια, σχεδιασμένη στις διαστάσεις και
στα χρώματα φέτας καρπουζιού, κι αρχίζει απεγνωσμένα να δροσίζεται.
(Αύγουστος 2024)


