Η
ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΑΦΗΓΗΜΑΤΟΣ
֎
[Φαίνεται
πως υπήρξε το πιο προβεβλημένο έως τώρα αφήγημά μου. Μιλώ για το μόλις 227
λέξεων αφήγημα με τον τίτλο «Η εκδρομή» (προγενέστερος τίτλος «Προς οικίαν Αλ.
Παπαδιαμάντη»). Το αφήγημα αυτό το ξεχώρισε από το 1997 ο Ντίνος
Χριστιανόπουλος, χαρακτηρίζοντάς το άρτιο, και με δική του προτροπή κι επιμονή
εστάλη προς δημοσίευση στα «Παπαδιαμαντικά τετράδια», όπου και δημοσιεύτηκε (τχ.
4, φθινόπωρο του 1998, σ. 83, στην κατηγορία ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΑ). Στη συνέχεια
δημοσιεύτηκε στη συλλογή αφηγημάτων μου Τα λάφυρα του Αυγούστου
(Αλεξάνδρεια, 2001). Την ίδια χρονιά μού ζητήθηκε προς δημοσίευση από τον
εκδότη Βασίλη Δημητράκο για το περιοδικό «Μπιλιέτο» (τχ. 1, Ιούλιος-Δεκέμβριος
2001, σ. 67), εδώ με τον τίτλο «Η εκδρομή», συνοδευόμενο από σκίτσο του
αείμνηστου Γιάννη Δημητράκη. Δέκα χρόνια μετά ακολούθησε μια νέα δημοσίευση του
εν λόγω αφηγήματος στο βιβλίο Ο Παπαδιαμάντης με τα μάτια νεότερων
λογοτεχνών, σε επιμέλεια-ανθολόγηση Ηλία Γκρη (Έκδοση Μορφωτικού Ιδρύματος
της ΕΣΗΕΑ, Μάιος 2011, σ. 119). Σήμερα, το εν λόγω αφήγημα επανακυκλοφορεί στον
δεύτερο τόμο της εφημερίδας «Η Εφημερίδα των Συντακτών», μαζί με άλλα κείμενα
πεζογράφων για τον Παπαδιαμάντη, με τίτλο του τόμου Ο Παπαδιαμάντης με τα
μάτια νεότερων πεζογράφων. Πάλι με ανθολόγηση-εισαγωγή τού ποιητή και
δημοσιογράφου Ηλία Γκρη. Το αφήγημα μπορείτε να το βρείτε και στην ετικέτα «Αλέξανδρος
Παπαδιαμάντης» (Οκτώβριος 2024) του blog Λάφυρα του Αυγούστου.]
●
Η ΕΚΔΡΟΜΗ
Στη
Σκιάθο πεταχτήκαμε με τον Θωμά για μονοήμερη εκδρομή από παραθαλάσσιο χωριό του
Πηλίου. Αύγουστος προχωρημένος, πνιγηρός. Κατευθυνόμασταν προς το Κτελ με
προορισμό τις Κουκουναριές. Ήμασταν αξύριστοι, φορούσαμε γυαλιά, καπέλα,
σορτσάκια, σαγιονάρες και είχαμε κρεμασμένα σακίδια στους ώμους.
Κάποια στιγμή αντικρίσαμε μια ταμπέλα που
έγραφε «Προς οικίαν Αλ. Παπαδιαμάντη». Δέκα μέτρα παραπέρα, ένα παλιό διώροφο
με ξύλινο μπαλκονάκι και δεκάδες τουρίστες –κυρίως ξένοι– που περίμεναν
καρτερικά στην είσοδο.
–Πάμε, Θωμά, να δούμε το σπίτι του
Παπαδιαμάντη; Έχει γίνει κάτι σαν μουσείο. Ας καθυστερήσουμε λίγο στην παραλία.
–Θα αστειεύεσαι, φίλε. Εγώ δεν γίνομαι ένα
μ’ αυτούς εκεί κάτω. Κείνοι είναι καθολικοί και ’γω ορθόδοξος. Εσύ μπαίνεις σε
εκκλησία με σορτσάκι και σαγιονάρες;
–Δεν σε καταλαβαίνω.
–Με την αμφίεση που έχουμε, μόνο για το
σπίτι του μπαρμπα-Αλέξανδρου δεν είμαστε.
–Έλα, ρε Θωμά, πώς κάνεις έτσι;
–Τι πώς κάνω; Είναι σοβαρά πράγματα; Πάμε
σήμερα στην παραλία, επιστρέφουμε τ’ απόγευμα Μηλίνα και αύριο, αν θέλεις,
ξανακάνουμε την εκδρομή ντυμένοι καλύτερα.
Στην επιστροφή ήμουν γεμάτος σκέψεις. Ο
Θωμάς είχε δίκιο. Δεν ήταν σωστό να περιφέρουμε τη γύμνια και τα αντηλιακά μας
σ’ έναν τέτοιο χώρο. Και παρότι είχα φάει τον Παπαδιαμάντη με το κουτάλι,
έδειξε πως σέβεται κι εκτιμά περισσότερο από μένα τ’ όνομά του.
Την επομένη, φορώντας μακρύ παντελόνι,
μακρομάνικο πουκάμισο και κλειστό παπούτσι, επαναλάβαμε την εκδρομή στη Σκιάθο,
τιμώντας, όπως άρμοζε, τη μνήμη ενός αγίου των γραμμάτων μας.
[περιλαμβάνεται
ως αφήγημα στο βιβλίο μου Τα λάφυρα του Αυγούστου (Αλεξάνδρεια, 2001)
και υπάρχει ως αφηγηματικός σπόνδυλος στο βιβλίο μου Μποέμ και Ρικάρντο
(Κέδρος, 2008)]